Είναι μία από τις παλαιότερες πόλεις της βουλγαρικής ακτής της Μαύρης Θάλασσας. Αρχαιολογικές μελέτες αποδεικνύουν πολιτιστική παράδοση πάνω από 7 χιλιετίες. Οι πρώτοι οικισμοί στον Κόλπο της Σωζόπολης προκύπτουν στη Νεολιθική εποχή στο τέλος της 6ης χιλιετίας π.Χ.
Οι πρώτοι άποικοι προέρχονται από την αρχαία ελληνική πόλη Μίλητος. Η αρχαία Απολλωνία, κατοικείτο στην πλειονότητα από Έλληνες και ήταν το κυριότερο αλιευτικό λιμάνι της περιοχής. Υπάγονταν εκκλησιαστικά στη Μητρόπολη της Σωζοαγαθούπολης και Βασιλικού.
Μέχρι τώρα στον αρχαίο οικισμό ανακαλύφθηκαν κτήρια, μεταλλουργικό εργαστήριο, εγκαταστάσεις αποχέτευσης, δύο δρόμοι, ο ένας από τους οποίους συνδέεται με το ιερό μέρος της Απολλωνίας. Ένα τμήμα του τείχους της πόλης του 5ου αι. π.Χ. ανασκάφηκε κατά μήκος της υψηλής, απότομης παραθαλάσσιας ακτής στην οδό Viatarna Melnica. Ο οχυρωματικός περίβολος της Κλασικής περιόδου φαίνεται ότι ήταν αρκετά επιβλητικός σε ύψος και όγκο, τόσο ώστε να εντυπωσιάσει έναν ειδικό στη στρατιωτική τακτική, όπως ο Αινείας ο Τακτικός τον 4ο αιώνα.
Στην ίδια περιοχή οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν 30 ελληνικά χάλκινα νομίσματα με απεικονίσεις του θεού Απόλλωνα, τα οποία χρονολογούνται μεταξύ 4ου και 3ου αιώνα π.Χ. Τα χάλκινα νομίσματα φέρουν την κεφαλή του Απόλλωνα από την μια πλευρά και από την άλλη, απεικονίζουν τον θεό να κάθεται πάνω στον ομφαλό της γης, ένας θρησκευτικής σημασίας βράχος για τους αρχαίους Έλληνες που θεωρούταν τον κέντρο του σύμπαντος.
Σημειωτέον ότι άλλες ελληνικές αποικίες στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας, όπως η Οδησσός, η Μεσημβρία, η Διονυσούπολη, η Βιζώνη ιδρύθηκαν αργότερα και βρίσκονται κάτω από τις σύγχρονες πόλεις Βάρνα, Νεσέμπαρ, Μπαλτσίκ, Καβάρνα.
Ο Γάλλος περιηγητής Lechevalier τονίζει στο έργο του «Voyage de la Propontide et du Pont Euxin»(Paris 1800) ότι η Σωζόπολη κατοικούνταν αποκλειστικά από Έλληνες. Κατά τη διάρκεια του ρωσοτουρκικού πολέμου (1828-1829) ζούσαν 3000 Έλληνες και μερικοί Βούλγαροι. Στα μέσα του 19ου αιώνα είχε 350 σπίτια, ενώ στις αρχές του 20ου αιώνα η Σωζόπολη μαζί με τα περίχωρα (Άγιος Νικόλαος , Ζουναρίτα) συγκέντρωνε 750 ελληνικές οικογένειες.
Οι Σωζοπολίτες ασχολούνταν κυρίως με την αμπελουργία, μεγάλο μέρος της οποίας εξάγονταν στην Βάρνα, στο Μπαλτζίκ και στην Καβάρνα. Επίσης με την η αλιεία, αλλά και την παραγωγή ξυλάνθρακα. Είχε εμπορικές σχέσεις με την Κωνσταντινούπολη και την Ρουμανία.
Ο Βατοπεδίτης μοναχός Θεόφιλος είχε ιδρύσει στην Σωζόπολη το 1817 το πρώτο ελληνικό σχολείο. Στην συντήρηση της Ελληνικής σχολής της Σωζοπόλεως συνέβαλαν καθοριστικά ο ηγούμενος της μονής Ρακιτόσσης της Βλαχίας Θεόφιλος, καθώς και ο μοναχός Πορφύριος, ο οποίος κατέθεσε στην Τράπεζα της Μόσχας (1850) κεφάλαιο, για να διατίθενται οι τόκοι του για το ελληνικό σχολείο, με την εποπτεία του εκάστοτε Πατριάρχη Ιεροσολύμων.
Το 1859 ιδρύεται νέο μεγαλύτερο σχολείο που εμπλουτίστηκε με βιβλία από δωρεές του Γεωργίου Πετρινού. Εκεί αργότερα στεγάστηκε το αρχαιολογικό Μουσείο της Σωζοπόλεως. Το αλληλοδιδακτικό σχολείο της πόλης μετατράπηκε γρήγορα σε πεντατάξια Αστική Σχολή, που στα τέλη του 19ου αιώνα είχε 195 μαθητές και 3 δασκάλους. Ακόμη λειτουργούσαν 2 Παρθεναγωγεία με 223 μαθήτριες και 1 Νηπιαγωγείο. Το 1882 στη Σωζόπολη ιδρύθηκε η Πετρίνειος Βιβλιοθήκη, από τον πλούσιο Σωζοπολίτη, έμπορο στο Βουκουρέστι, Γεώργιο Πετρινό.
Στην πόλη υπήρχαν 4 εκκλησίες: του Αγ. Γεωργίου, που ήταν η Μητρόπολη, της Παναγίας της Επισκέψεως, του Αγ. Ιωάννου του Χρυσόστομου, του Αγ. Ζωσίμου και είχε γύρω στα 25 παρεκκλήσια. Το 1906 λόγω των πιέσων των Βουλγάρων για τη δημιουργία βουλγαρικής κοινότητας πολλοί κάτοικοι έφυγαν και εγκαταστάθηκαν στην Ευξεινούπολη, κοντά στον Αλμυρό Βόλου.
Οι άσχημες συνθήκες που επικρατούσαν εκεί ανάγκασαν πολλούς κατοίκους να επιστρέψουν στην πατρίδα τους και άλλους τους έφεραν στην Αγχίαλο της Μακεδονίας.
Το 1924 οι περισσότεροι Έλληνες της πόλης έφυγαν για να εγκατασταθούν κυρίως στο χωριό Τόψιν (Γέφυρα) της Θεσσαλονίκης και στην Σωζόπολη Μουδανιών. Υπήρξαν όμως και λιγοστοί Έλληνες που παρέμειναν εκεί.
Οι πρώτοι άποικοι προέρχονται από την αρχαία ελληνική πόλη Μίλητος. Η αρχαία Απολλωνία, κατοικείτο στην πλειονότητα από Έλληνες και ήταν το κυριότερο αλιευτικό λιμάνι της περιοχής. Υπάγονταν εκκλησιαστικά στη Μητρόπολη της Σωζοαγαθούπολης και Βασιλικού.
Μέχρι τώρα στον αρχαίο οικισμό ανακαλύφθηκαν κτήρια, μεταλλουργικό εργαστήριο, εγκαταστάσεις αποχέτευσης, δύο δρόμοι, ο ένας από τους οποίους συνδέεται με το ιερό μέρος της Απολλωνίας. Ένα τμήμα του τείχους της πόλης του 5ου αι. π.Χ. ανασκάφηκε κατά μήκος της υψηλής, απότομης παραθαλάσσιας ακτής στην οδό Viatarna Melnica. Ο οχυρωματικός περίβολος της Κλασικής περιόδου φαίνεται ότι ήταν αρκετά επιβλητικός σε ύψος και όγκο, τόσο ώστε να εντυπωσιάσει έναν ειδικό στη στρατιωτική τακτική, όπως ο Αινείας ο Τακτικός τον 4ο αιώνα.
Στην ίδια περιοχή οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν 30 ελληνικά χάλκινα νομίσματα με απεικονίσεις του θεού Απόλλωνα, τα οποία χρονολογούνται μεταξύ 4ου και 3ου αιώνα π.Χ. Τα χάλκινα νομίσματα φέρουν την κεφαλή του Απόλλωνα από την μια πλευρά και από την άλλη, απεικονίζουν τον θεό να κάθεται πάνω στον ομφαλό της γης, ένας θρησκευτικής σημασίας βράχος για τους αρχαίους Έλληνες που θεωρούταν τον κέντρο του σύμπαντος.
Σημειωτέον ότι άλλες ελληνικές αποικίες στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας, όπως η Οδησσός, η Μεσημβρία, η Διονυσούπολη, η Βιζώνη ιδρύθηκαν αργότερα και βρίσκονται κάτω από τις σύγχρονες πόλεις Βάρνα, Νεσέμπαρ, Μπαλτσίκ, Καβάρνα.
Ο Γάλλος περιηγητής Lechevalier τονίζει στο έργο του «Voyage de la Propontide et du Pont Euxin»(Paris 1800) ότι η Σωζόπολη κατοικούνταν αποκλειστικά από Έλληνες. Κατά τη διάρκεια του ρωσοτουρκικού πολέμου (1828-1829) ζούσαν 3000 Έλληνες και μερικοί Βούλγαροι. Στα μέσα του 19ου αιώνα είχε 350 σπίτια, ενώ στις αρχές του 20ου αιώνα η Σωζόπολη μαζί με τα περίχωρα (Άγιος Νικόλαος , Ζουναρίτα) συγκέντρωνε 750 ελληνικές οικογένειες.
Οι Σωζοπολίτες ασχολούνταν κυρίως με την αμπελουργία, μεγάλο μέρος της οποίας εξάγονταν στην Βάρνα, στο Μπαλτζίκ και στην Καβάρνα. Επίσης με την η αλιεία, αλλά και την παραγωγή ξυλάνθρακα. Είχε εμπορικές σχέσεις με την Κωνσταντινούπολη και την Ρουμανία.
Ο Βατοπεδίτης μοναχός Θεόφιλος είχε ιδρύσει στην Σωζόπολη το 1817 το πρώτο ελληνικό σχολείο. Στην συντήρηση της Ελληνικής σχολής της Σωζοπόλεως συνέβαλαν καθοριστικά ο ηγούμενος της μονής Ρακιτόσσης της Βλαχίας Θεόφιλος, καθώς και ο μοναχός Πορφύριος, ο οποίος κατέθεσε στην Τράπεζα της Μόσχας (1850) κεφάλαιο, για να διατίθενται οι τόκοι του για το ελληνικό σχολείο, με την εποπτεία του εκάστοτε Πατριάρχη Ιεροσολύμων.
Το 1859 ιδρύεται νέο μεγαλύτερο σχολείο που εμπλουτίστηκε με βιβλία από δωρεές του Γεωργίου Πετρινού. Εκεί αργότερα στεγάστηκε το αρχαιολογικό Μουσείο της Σωζοπόλεως. Το αλληλοδιδακτικό σχολείο της πόλης μετατράπηκε γρήγορα σε πεντατάξια Αστική Σχολή, που στα τέλη του 19ου αιώνα είχε 195 μαθητές και 3 δασκάλους. Ακόμη λειτουργούσαν 2 Παρθεναγωγεία με 223 μαθήτριες και 1 Νηπιαγωγείο. Το 1882 στη Σωζόπολη ιδρύθηκε η Πετρίνειος Βιβλιοθήκη, από τον πλούσιο Σωζοπολίτη, έμπορο στο Βουκουρέστι, Γεώργιο Πετρινό.
Στην πόλη υπήρχαν 4 εκκλησίες: του Αγ. Γεωργίου, που ήταν η Μητρόπολη, της Παναγίας της Επισκέψεως, του Αγ. Ιωάννου του Χρυσόστομου, του Αγ. Ζωσίμου και είχε γύρω στα 25 παρεκκλήσια. Το 1906 λόγω των πιέσων των Βουλγάρων για τη δημιουργία βουλγαρικής κοινότητας πολλοί κάτοικοι έφυγαν και εγκαταστάθηκαν στην Ευξεινούπολη, κοντά στον Αλμυρό Βόλου.
Οι άσχημες συνθήκες που επικρατούσαν εκεί ανάγκασαν πολλούς κατοίκους να επιστρέψουν στην πατρίδα τους και άλλους τους έφεραν στην Αγχίαλο της Μακεδονίας.
Το 1924 οι περισσότεροι Έλληνες της πόλης έφυγαν για να εγκατασταθούν κυρίως στο χωριό Τόψιν (Γέφυρα) της Θεσσαλονίκης και στην Σωζόπολη Μουδανιών. Υπήρξαν όμως και λιγοστοί Έλληνες που παρέμειναν εκεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου