Δευτέρα 5 Ιουλίου 2010
Μαρία Κάλλας, η απόλυτη ντίβα
Σαν σήμερα, το 1965, η Μαρία Κάλλας δίνει την τελευταία της παράσταση, τραγουδώντας «Τόσκα» στο Κόβεντ Γκάρντεν του Λονδίνου.
Γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη, 2 Δεκεμβρίου 1923 και πέθανε στο Παρίσι 16 Σεπτεμβρίου 1977. Υπήρξε κορυφαία υψίφωνος και η πλέον γνωστή παγκοσμίως ντίβα της όπερας. Το πραγματικό της όνομα ήταν Άννα Μαρία Καικιλία Σοφία Καλογεροπούλου. Δίπλα στην Κάλλας ξαναζωντανεύουν αξέχαστες προσωπικότητες, όπως ο πανίσχυρος Αριστοτέλης Ωνάσης, η Μαίριλιν Μονρόε, η Γκρέις Κέλι και η Μάρλεν Ντίτριχ.
Η αρχή της μεγάλης της πορείας ξεκίνησα όταν γνώρισε τον καλλιτεχνικό διευθυντή της Αρένας της Βερόνα, Τζοβάννι Τζενατέλλο. Στην Ιταλία στις 3 Αυγούστου 1947 κάνει την πρώτη της εμφάνιση στην Αρένα της Βερόνα με τη "Τζοκόντα" του Αμιλκάρε Πονκιέλι. Τον ίδιο χρόνο ερμηνεύει την Ιζόλδη από το "|Τριστάνος και Ιζόλδη" στη Βενετία υπό την καθοδήγηση του μαέστρου Τούλιο Σεραφίν.
Συνάμα έρχεται και η γνωριμία της με τον μουσικόφιλο Ιταλό βιομήχανο Τζοβάννι Μπατίστα Μενεγκίνι, με τον οποίο παντρεύονται στις 21 Απριλίου 1949. Ο Μενεγκίνι έχοντας και ρόλο μάνατζερ άσκησε καταλυτική επιρροή στην καριέρα της Κάλλας, υποβάλλοντάς την σε δίαιτα με σκοπό να αποκτήσει καλύτερη εμφάνιση και αποτρέποντάς την από κάθε βιοτική ενασχόληση με την οικονομική κάλυψη, που της παρείχε. Έτσι τον ίδιο χρόνο η Κάλλας κάνει καλλιτεχνικές εμφανίσεις στο Μπουένος Άιρες και το 1950 στο Μεξικό.
Στις 7 Δεκεμβρίου 1951 η Κάλλας ανοίγει τη σαιζόν στη Σκάλα του Μιλάνου με το "Σικελικό Εσπερινό", εμφάνιση που της προσφέρει μεγάλη αναγνώριση. Κατά τη διάρκεια των επόμενων επτά ετών η Σκάλα θα είναι η σκηνή των μέγιστων θριάμβων της σε ένα ευρύ φάσμα ρόλων. Το 1955 ανεβάζει την ιστορική παράσταση της "Τραβιάτα" του Βέρντι σε σκηνοθεσία Λουκίνο Βισκόντι.
Στις 27 Οκτωβρίου 1956 εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης ως "Νόρμα" στο ομώνυμο έργο του Μπελλίνι. Στις 5 Αυγούστου 1957 επιστρέφει στην Αθήνα και εμφανίζεται στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών. Δύο μήνες πριν είχε γνωρίσει τον εφοπλιστή Αριστοτέλη Ωνάση σε δεξίωση της κοσμικογράφου Έλσα Μαξγουελ. Η γνωριμία τους θα εξελιχθεί σε μία από τις πλέον συζητημένες σχέσεις στην ιστορία.
Το 1960 τραγουδά στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου "Νόρμα" (η φωτογραφία του κειμένου)και το επόμενο έτος "Μήδεια" σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή. Το 1962 επανέρχεται στη Σκάλα του Μιλάνου και αποθεώνεται σαν Μήδεια σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή και κοστούμια Γιάννη Τσαρούχη.
Τον Ιανουάριο του 1964 πείθεται από το Φράνκο Τζεφιρέλι να συμμετάσχει σε μία νέα παραγωγή της "Τόσκα" στη σκηνή του Κόβεντ Γκάρντεν (Covent Garden). Η παράσταση εκθειάζεται από τους κριτικούς ενώ ακολουθεί την ίδια χρονιά νέος καλλιτεχνικός θρίαμβος στην Όπερα των Παρισίων με τη "Νόρμα". Παρά τα φωνητικά προβλήματα που έχει αρχίσει να αντιμετωπίζει το παρισινό κοινό την αποδέχεται θερμά.
Στις 5 Ιουλίου 1965 εμφανίζεται για τελευταία φορά σε παράσταση όπερας στο Κόβεντ Γκάρντεν με την "Τόσκα" σε σκηνοθεσία Φράνκο Τζεφιρέλι. Στα 1966 απεκδύεται την αμερικανική υπηκοότητα και λαμβάνει την ελληνική. Με αυτή της την ενέργεια λύεται και τυπικά ο γάμος της με το Μενεγκίνι. Πλέον ελπίζει ότι ο Αριστοτέλης Ωνάσης θα της ζητήσει να παντρευτούν, κάτι που τελικά δε γίνεται μια και στις 8 Ιουλίου 1968 ο Έλληνας μεγιστάνας παντρεύεται τη χήρα του Αμερικανού Προέδρου Κέννεντυ, Τζάκυ. Αυτή του η πράξη βυθίζει σε κατάθλιψη την κορυφαία υψίφωνο.
Το 1969 γυρίζει σε ταινία τη "Μήδεια" του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Πιερ Πάολο Παζολίνι. Η ταινία δεν έχει τύχη στις κινηματογραφικές αίθουσες.
Στις 25 Μαΐου 1970 η «απόλυτη ντίβα» αφήνει την τελευταία της πνοή στο διαμέρισμά της στο Παρίσι, σε ηλικία 54 ετών. Η σωρός της αποτεφρώθηκε και κατά την επιθυμία της σκορπίστηκε στα νερά του Αιγαίου, τον Ιούνιο του 1979.
Το 1973 σκηνοθετεί στο Τορίνο μαζί με τον Τζουζέπε ντι Στέφανο το έργο "Σικελικοί Εσπερινοί" (I Vespri Siciliani) και την ίδια χρονιά ξεκινά μαζί του μια παγκόσμια καλλιτεχνική περιοδεία. Στις 8 Δεκεμβρίου η Κάλλας τραγούδησε στην Όπερα των Παρισίων, όπου το κοινό την κάλεσε στη σκηνή 10 φορές καταχειροκροτώντας την. Η τελευταία της εμφάνιση έγινε στην πόλη Σαππόρο της Ιαπωνίας στις 11 Δεκεμβρίου του 1974.
Απομονωμένη στο διαμέρισμά της στο Παρίσι, γεμάτη φοβίες και ανασφάλειες, χωρίς προοπτική που θεωρούσε αντάξια του παρελθόντος της, η Κάλλας άφησε τον εαυτό της να εθισθεί στη χρήση διαφόρων φαρμάκων, τα οποία πιθανόν συνέβαλαν στον ξαφνικό της λυτρωτικό θάνατο.
Έχει αγαπηθεί και αμφισβητηθεί από πολλούς όπως κάθε ξεχωριστή προσωπικότητα που αναδείχθηκε σε μύθο αναλλοίωτο από τη φθορά του χρόνου. Η ίδια η Μαρία Κάλλας εκμυστηρεύεται στην τελευταία της συνέντευξη: «είναι πολύ παράξενο συναίσθημα να είμαι ζωντανός μύθος, ενώ βρίσκομαι ακόμη στη γη. Ίσως θα ήταν καλύτερο αν όλοι αυτοί οι άνθρωποι που θαυμάζουν τη φωνή μου, αποφάσιζαν να με θεωρούν αθάνατη μετά το θάνατό μου. Αν γινόταν αυτό θα καθόμουν πάνω σε κάποιο σύννεφο, θα κοίταζα κάτω και θα απολάμβανα το θέαμα αντί να κάθομαι και να ανησυχώ αν θα καταφέρω να βγάλω τις ψηλές μου νότες».
Η ζωή της υπήρξε ασύγκριτη, μοναδική και ανεπανάληπτη σαν κι αυτή την ίδια. Δεν είναι λίγοι εκείνοι οι οποίοι έχουν ταυτίσει το όνομά της με την όπερα και το λυρικό θέατρο, ενώ ρόλοι όπως αυτός της Μήδεια για παράδειγμα, είναι δύσκολο να γίνουν πλέον αποδεκτοί με διαφορετική ερμηνεία. Η εικόνα της Μαρία Κάλλας ενσαρκώνει την “απόλυτη Ντίβα” – και κατ’ αυτό τον τρόπο η μορφή της θα μείνει ανεξίτηλα χαραγμένη στις καλύτερες σελίδες της παγκόσμιας μουσικής ιστορίας.
Χιλιάδες θαυμαστές, εκατοντάδες επιτυχίες κι ένας έρωτας σαν παραμύθι, που όμως κατέληξε σε τραγωδία. Ο Αλφόνσο Σινιορίνι, βασισμένος σε επιστολές που είχε πρόχειρα γράψει η Κάλλας, προτού τις στείλει στους πιο αγαπητούς της φίλους ή, στις περισσότερες περιπτώσεις, στον ίδιο της τον εαυτό εν είδει προσωπικού ημερολογίου, εγκαταλείπει τα συνηθισμένα μονοπάτια της βιογραφίας και επιχειρεί την ανασύσταση της ζωής της μυθικής τραγουδίστριας.
Στο κινηματογραφικό ντοκυμαντέρ "Απόλυτη Κάλλας" του Γάλλου σκηνοθέτη Φιλίπ Κολί, βασισμένο σε ιστορικά αρχεία, αποκαλύπτεται μια μυστική πτυχή της ζωής της μεγάλης "ντίβας". Συγκεκριμένα αποκαλύπτεται ότι η Μαρία Κάλλας στις 30 Μαρτίου του 1960 γέννησε ένα άρρεν βρέφος πλην όμως νεκρό που φέρεται ως καρπός του έρωτά της με τον Αριστοτέλη Ωνάση. Ο Κολί ισχυρίζεται ότι επαλήθευσε το ατυχές αυτό γεγονός με πιστοποιητικό γέννησης, στο οποίο αναφέρεται μεν το όνομα Όμηρος, αλλά με επίθετο "μη αναγνώσιμο".
Τα στοιχεία είναι στηριγμένα σε κείμενα από το: wikipedia και το βιβλίο “Μαρία Κάλλας”, εκδ. ΠΑΝΟΣ).
Εδώ, ένα χαρακτηριστικό βίντεο με πάθος, ψυχή και αίσθημα.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου